μετανίστημι — (Α) [ανίστημι] 1. μετακινώ κάποιον από τη χώρα του ή αναγκάζω κάποιον να εγκαταλείψει τη χώρα του, να μετοικήσει 2. μεταθέτω σε άλλο τόπο, παραμερίζω 3. αποτρέπω 4. παθ. μετανίσταμαι α) μεταναστεύω, μετοικώ, εγκαθίσταμαι σε άλλο τόπο («ἐς τοῡτον… … Dictionary of Greek
μεταναστήσει — μετανίστημι remove from his aor subj act 3rd sg (epic) μετανίστημι remove from his fut ind mid 2nd sg μετανίστημι remove from his fut ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταναστᾶσαι — μετανίστημι remove from his aor part act fem nom/voc pl μετανίστημι remove from his aor inf act (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταναστᾶσαν — μετανίστημι remove from his aor part act fem acc sg μετανίστημι remove from his aor part act neut nom/voc/acc sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταναστάντα — μετανίστημι remove from his aor part act neut nom/voc/acc pl μετανίστημι remove from his aor part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταναστάντων — μετανίστημι remove from his aor part act masc/neut gen pl μετανίστημι remove from his aor imperat act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταναστῇ — μετανίστημι remove from his aor subj mid 2nd sg μετανίστημι remove from his aor subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταναστήσεις — μετανίστημι remove from his aor subj act 2nd sg (epic) μετανίστημι remove from his fut ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταναστήσεται — μετανίστημι remove from his aor subj mid 3rd sg (epic) μετανίστημι remove from his fut ind mid 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μεταναστήσομαι — μετανίστημι remove from his aor subj mid 1st sg (epic) μετανίστημι remove from his fut ind mid 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μετανισταμένων — μετανίστημι remove from his pres part mp fem gen pl (ionic) μετανίστημι remove from his pres part mp masc/neut gen pl (ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)